Νύχτα
παγερὴ
ε΄
Ἀστεροκεντημένη, νύχτα παγερή,
χιονοσκεπασμένη κι’ ἀχνοφώτιστη,
ἀπόσωσε τὰ ξύλα, κᾶψε τὴν φωτιὰ
γιὰ νὰ κρυώσ' ἡ ὥρηα ποὺ εἶν’ στὴν κλίνη μου.
Κι’ ἀπάνω μου νὰ γείρῃ, νὰ μυριοφιλῇ,
νὰ μὲ σφιχταγκαλιάζῃ μέχρι τὴν αὐγή.