Πέμπτη 24 Αυγούστου 2023

Sunset

 












Ποίημα τοῦ Χάουαρντ Φίλιπς Λάβκραφτ

Πλουσιώτερ’ ἡ καθάρια μέρα στὸ τελείωμά της·
μία χρυσαφένια αἴγλη στὸ λειβάδι πάνω ἑδρεύει·
ἥσκιοι ἁβροὶ γλιστροῦν, σημάδι ἀναπαύσεως δροσάτης
σὲ τοπίο ποὺ πραΰνει, θάλασσα ποὺ γαληνεύει.

Καὶ
στὸ πειὸ εὐγενές, πειὸ φίνο, πειὸ ὡραῖο φῶς λουσμένη
ψυχὴ πρὸς γλυκυτέρα, πει ὑψηλὴ εὐτυχία ῥέπει·
τὸ μεσημερνὸ φῶς λείπει κι ματιὰ εὐνοημένη
αὐξανόμενη τὴν χάρι σοὐρανὸ καὶ γῆ προβλέπει.

Μὰ πρὶν ἁγνοτέρα λάμψι μπῇ στὸ πράσινο κορῶνα,
ὡραιότατη στιλπνότης τὸ ἀναμένον ἄλσος ντύνει,
ἀμφιλύκη ὁλοπυκνώνει, κι παροδικὴ εἰκόνα
μὸν μιὰ θύμησι ἁγιασμένη τῆς ἀγάπης πίσω ἀφήνει!

Δευτέρα 21 Αυγούστου 2023

The Ancient Track


 










Ποίημα τοῦ Χάουαρντ Φίλιπς Λάβκραφτ

Δὲν βρέθη χέρι δίπλα μου ὀπίσω νὰ μ’ ἐκράτει
τὴ νύχτα ποὺ ἀνακάλυψα τ’ ἀρχαῖο μονοπάτι
πάνω ἀπ’ τὸν λόφο· κόπιαζα τὰ μάτια ν’ ἀτενίζαν
τῶν ἀγροτόπων τὴν θωριά, τὴν μνήμη ποὺ κεντρίζαν.

Τὸ δέντρο δῶ, τοῖχος κεῖγνωστὲς ἦσαν εἰκόνες,
κιὅλα γύρω ἐφώρμησαν, σκεπὲς καὶ ὀπωρῶνες
θαῤῥεῖς ἀναγνωρίσιμα, βαθιὰ μὲς στὸ μυαλό μου
λὲς κιἀπὸ ἕνα παρελθὸν ὄχι ἀλαργινό μου.
Ἐγνώριζα τὸ ποιὲς σκιὲς πρόκειται νὰ ῥιχτοῦνε
ὅταν τοῦ μισοφέγγαρου οἱ ἀχτῖδες θἀνεβοῦνε
πίσἀπτοῦ Ζέιμαν τὴν πλαγιά, καὶ πῶς θὲ νὰ φωτίσουν
τὸν τόπο τῆς κοιλάδος μπρός, τρεῖς ὧρες σὰν κυλήσουν.
Κιὡς πορεία ἔγινεν ἀπότομη ἀνηφόρα
κιὥμοιαζε πὼς θἀκράγγιζε τοῦ οὐρανοῦ τὴν χώρα
δὲν εἶχα φόβο γιὰ τὸ τὶ κεῖται καὶ περιμένει
πέρἀπὸ ἐκείνη τὴν κορφὴ τὴν διαγεγραμμένη.
Γραμμὴ ἐβάδιζα, ἐνῷ τῆς νύχτας τὸ σκοτάδι
χλωμὸ γινόταν βαθμηδόν, φωσφόριζε τὸ βράδυ,
κι τοῖχος μὲ τἀέτωμα τῆς ἀγροικιᾶς αὐγάζαν
καὶ δίπλα στὸν ἀνήφορον ἀπόκοσμα φαντάζαν.
Ὑπῆρχε κεῖ τὁρόσημο πούξευρα θἀπαντήσω
«
Δυὸ μίλια γιὰ τὸ Ντάνγουιτς» –  πλέον θ νἀντικρύσω
πέρα τ χάραμμα στεγῶν μ τὸ κωδωνοστάσι
μ
δέκα μόλις δρασκελιές, κορφὴ σὰν θάχα πιάσει

Δὲν βρέθη χέρι δίπλα μου ὀπίσω νὰ μἐκράτει
τὴ νύχτα ποὺ ἀνακάλυψα τἀρχαῖο μονοπάτι,
κιἔπιασα τὴν κορφὴ νὰ ἰδῶ εἰς ἔκτασι ἁπλωμένη
μία κοιλάδα τῶν νεκρῶν καὶ τῶν χαμένων, ξένη:
Στὸν λόφο Ζέιμαν πάνωθε τὸ κέρας αἰωρήθη
ἀπόνα νηὸ κακόβουλο φεγγάρι ποὺ ἐγεννήθη,
νὰ φέξῃ ἀγριόχορτα κιἀγράμπελες ποὺ αὐξαῖναν
πάνω σὲ τοίχων ῥείπια πρωτόφαντα σὲ μένα.
Βιοφωταύγεια ἔλαμπε σἀγρὸ καὶ βουρκοτόπι
καὶ μιὰν ὁμίχλη ἀνάβρυζαν νερῶν ἀγνώστων τόποι
ποὺ οἱ στριφτοί της ὄνυχες χλεύαζαν σὰν ἀστεῖο
τὴν σκέψι πὼς ἐγνώριζα κάποτε τὸ σημεῖο.
Ἐτούτη τρελὴ σκηνὴ πλέον μὲ εἶχε πείσει,
τὸ λατρευτό μου παρελθὸν ποτὲ δὲν εἶχα ζήσει
Μήτἤμουν πειὰ στὴ διαδρομὴ πούχα περπατημένη
καὶ στὴν ἀπὸ καιροῦ νεκρὴ κοιλάδα κατεβαίνει.
Ἦταν ὁμίχλη γύρω μουΜπροστά, τὸ νέφος βρίσκω
ἀπὸ τὶς ἀστρικὲς ῥοὲς στὸν Γαλαξία Δίσκο
Δὲν βρέθη χέρι δίπλα μου ὀπίσω νὰ μἐκράτει
τὴ νύχτα ποὺ ἀνακάλυψα τἀρχαῖο μονοπάτι
.


Κυριακή 20 Αυγούστου 2023

To the Old Pagan Religion


 










Ποίημα τοῦ Χάουαρντ Φίλιπς Λάβκραφτ

Ὀλύμπιοι θεοί! Ὑμᾶς πῶς ν’ ἀπολησμονήσω
καὶ νὰ δεθῇ ἡ πίστι μου στὸ νηὸ πιστεύω τοῦ Χριστοῦ;
Τὲς πατρικὲς θεότητες μπορῶ ν’ ἀπαρατήσω
γιὰ κεῖνον ὅπου μάτωσε ὑπὲρ τ’ ἀνθρώπου ἐπὶ σταυροῦ;

Πῶς στὴν ἀδυναμία μου ἐλπίδες νὰ βαστάξω
σ’ ἕναν μοναδικὸ Θεό, κι’ ἂς ἔχῃ μπόρεσι τρανή;
Γιατί ἀπ’ τὸ πλῆθος τοῦ Διὸς βοήθεια πειὰ μὴ δράξω
ν’ ἁπαλυνθῇ ὁ πόνος μου, νὰ λάμψ’ ἡ ὥρα ἡ σκοτεινή;

Δρυάδες πλέον δὲν βρίσκονται εἰς ὄρη δασωμένα
κεῖ ποὺ συχνὰ περίλυπος περιπλανιέμαι μοναχός;
Ναϊάδες εἰς κρηνῶν νερά, δὲν εἶναι, κρουσταλλένια;
Μήτε σ’ ὠκεανῶν ἀφρὸ τῶν Νηρηΐδων ὁ χορός;

Τὸ νέο γοργαπλώνεται, φθίν’ ἡ προτέρα πίστι.
Ὁλοῦθε τ’ ὄνομα «Χριστός» στὸν ἄνεμον ἀντιλαλεῖ.
Μὰ ἡ συντριμμένη μου ψυχὴ παντέρμη ἀπελπίστη
καὶ ἐδεήθη στοὺς Θεοὺς τὴν ὑστερνή της προσευχή.