Πέμπτη 11 Απριλίου 2019

Ἡ ἅλωσις


Ἡ ἅλωσις

σλδ΄

Ἀνόρατη ἐστάθηκεν, ἥσκιος στοιχειακός, τὸν χαλασμὸ τοῦ παλατιοῦ νὰ κυβερνήσῃ. «Ὅλοι νεκροί!» προστάζει μυστικὰ τοὺς στρατιῶτες. «Τὸ νήπιο μόνο ζωντανό! Δικό μου!» λέγει τοῦ πορθητοῦ μὲ πονηριά.

«Ἰδοὺ πολεμιστὲς καὶ αὐλικοί, ὁ βασιλέας, ἡ βασίλισσα, κεῖνται νεκροί!» μὲ ἔπαρσιν ἐθώρησε, λέοντας πορφυρός, τὸν ὄλεθρον ἐχθροῦ λαοῦ ἀναμετρῶντας. «Τὸ νήπιο μόνο ζωντανό! Δικό μου!» ἀλαφρογέλασεν ὁ ἄρχος πορθητής.

«Νά οἱ πολεμιστὲς κι’ οἱ αὐλικοί, ὁ κύρης μου καὶ ἡ κυρά, χαμαὶ νεκροί!» μισότρελη ἐβάδισε, κουρέλλι θλιβερόν, ἡ ὑπηρέτρα παραμάννα. «Τὸ νήπιο μόνο ζωντανόν, ἀλίμονο, στὰ χέρια τῶν ὀχτρῶν θὰ μαρτυρήσῃ», καὶ μοιρολόγησεν, «Ἀβάσταγος ὁ πόνος τ’ ἀργαλειοῦ σου».

Ἀνόρατη ἐῤῥίγησεν ἡ Μοῖρα, ἥσκιος στοιχειακός, κι’ ὡδήγησε μὲ ὄργητα τὸ χέρι τοῦ στρατιώτου, «Ὅλοι νεκροὶ ἐπρόσταξα!».

Ὕψωσε τὸ σπαθὶν ὁ στρατιώτης, κι’ ἡ Μοῖρα ἀντιγύρισε στῆς δούλας τὴν καταλαλιά. «Στὰ χέρια τῶν ὀχτρῶν ὡς ἄντρας θὰ μεγαλουργήσῃ. Θὰ γεύωντ’  ὅλοι τῆς εἰρήνης τὸ πιοτὸ στὰ δυὸ ῥηγᾶτα. Νὰ κράζατε τὴν Ἀρετὴ μητέρα, ὁ πόνος τ’ ἀργαλειοῦ μου νὰ σᾶς λείψῃ». Κατόπι βούτηξε τ’ ἀτσάλι στ’ ἄσπρα στήθια ὁλόβαθα· καὶ θριαμβικὰ ἐκίνησεν, ἀναμεσὶς τῶν κουφαριῶν, πετῶντας στὸν ἀέρα:

«Ἐγὼ ἡ Πρωτοάνασσα, φτωχούς, ῥηγάδες κυβερνῶ,
τάξιν ὑφαίνω ἀπ’ τὸ καλό, τάξιν ὑφαίνω ἀπ’ τὸ κακό».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου