Τρίτη 11 Ιουνίου 2019

Εἰς τὸ κενὸ τοῦ Βοώτου


Εἰς τὸ κενὸ τοῦ Βοώτου

σλζ΄

Μὲς στὸν παιδίσιον ὕπνο του πάντ’ ἤρχοντο κυράδες,
ἀμὴ τὸ τὶ τοῦ ὡρμήνευαν κρυφὸ πολὺ νὰ εἰπῇ,
ὥσπου τὴν πρωταντίκρυσε, τρανὴ κυρὰ κι’ αὐτή,
κι’ ἀρνήθη κάλλη πρόστυχα καὶ τοῦ ἔρωτος μαινάδες.

Νά ’ναι ἀπ’ τοὺς πολύαστρους τοὺς κόσμους δῶ φερμένη;
Γράφει τραγούδια, παίγνια καὶ γρίφους, κοφτερή,
σβήνει τὸ χαμογέλιο της τῶν ἥλιων τὴν ὀρδή,
βαθύκαρδη κάθε ἀχαμνοῦ τὸν πόνον ἀνασαίνει.

Μὲς στοῦ Βοώτου τ’ ἄνορο κενὸ
γῆς ἥλιου πάντερμου, δίχως φεγγάρι·
τὴν ἄναστρη νυχτιὰ ξύπνιος θωρῶ,
τῶν ἄστρων ὀνειρεύομαι τὸ ἑσμάρι.

Κείνη κι’ ἂς δὲν τὸν ἀγαπᾷ, στὸ νοῦ πλήθια τὴν φέρει
σ’ ἁγνὴ ἀνοιξιάτικη ἀμμουδιὰ ν’ ἀγάλλῃ ἀναγερτή,
σὲ δάση, ἁβροχίτωνη, νὰ σιγοτραγουδῇ,
ν’ αὐγάζῃ, ὄναρ λευκόσαρκο, σιμὰ στὸ πτωχοκέρι.

Στάλες πυρὸς τὰ χάη δῶ δὲν τρυποῦν,
μιὰ φοῦχτ’ ἀλῆτες σκόρπιοι γαλαξίες·
στοὺς ζόφους τὴν ψυχή μου ὁδηγοῦν
τῶν νεραϊδομματιῶν σου οἱ ἀστερίες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου