Εἰς τὴν σιωπήσασαν
ροθ΄
Μίλα, σ’ ἀγαπῶ * μ’ ἁπλῆ θεοῦ ἀγάπη.
Πύρινοι, ἁλυχτοῦν, * λύκοι τὰ πρῶτα τ’ ἄστρη
στὲς μαῦρες λόχμες * τῆς νυχτιᾶς ποὺ ζυγώνει.
Κι’ οἱ ψυχές,
κύνες, * χοροὺς κι’ ὄργια θυμοῦνται,
νυχτέρια, καρτέρια, * μ’ ἄγρες ὁ νοῦς γιομώνει
κι’ ὀρθὲς κορμώνουν· * κι’ ἀπὸ τῆς γῆς τὰ κάστρη
μ’ ὄψιν
μανιακὴ * τὲς ἅλυσες δαγκώνουν.
Ἔρως ἂς χυθῇ * τὴ σάρκα νὰ σκοτώσῃ
κι’ αἷμα νὰ γευτῇ, * πλούσιο σὰν
πιδακίσῃ,
φόνος ἱερός, *
τὸ πνεῦμα θὰ λυτρώσῃ.
Νὰ
φτερακίσῃ * στ’ ἀμόλευτα τὰ δάση,
μὲ τὴ φλογινὴν * ἀγέλην νὰ σμειχτοῦνε,
νὰ
τρέξουν, νὰ παίξουν, * νὰ
μυριστοῦνε. Μίλα.
Καὶ ν’ ἀποκριθῇς * στοὺς λυκηθμοὺς τῶν ἄστρων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου