My Grandmother’s Love Letters
Ποίημα
τοῦ Χάρολντ Χὰρτ Κρέην
Ἀστέρια δὲν ἔχει ἀπόψε
πλὴν ἐκείνων τῆς μνήμης.
Πόσ’ ὅμως περιθώριο γιὰ μνήμη νὰ ὑπάρχῃ
στὸ χαλαρὸ περίζωμα βροχῆς ἁπαλῆς.
Ὑπάρχει περιθώριο ἀκόμη ἀρκετὸ
γιὰ τὶς ἐπιστολὲς τῆς μητρὸς τῆς μητέρας μου,
Ἐλίζαμπεθ,
ὅπου ἔχουν στριμωχθῆ γιὰ τόσον καιρὸ
σὲ μιὰ γωνιὰ τῆς ὀροφῆς
κι’ ἔχουνε γίνη καστανὲς καὶ μαλακές,
καὶ εὐπαθεῖς νὰ λειώσουνε σὰν χιόνι.
Πάνω στὸ μεγαλεῖο ἑνὸς
τέτοιου χώρου
τὰ πατήματα πρέπει νὰ εἶν’ ἐλαφρά.
Ἀπ’ ἄσπρη τρίχ’ ἀόρατην ὅλος κρεμιέτ’ ὣς πέρα.
Τρέμει ὡς σημύδας τὰ κλωνιὰ ποὺ ὑφαίνουν τὸν ἀέρα.
Κι’ ἀναρωτιέμαι:
«Εἶναι τὰ δάχτυλά σου ἀρκετὰ μακριὰ νὰ παίξουν
πλῆκτρα παληὰ ποὺ ἔμειναν μόνον ἠχώ;
Εἶναι ἡ σιωπὴ ἀρκετὰ δυνατὴ
τὴν μουσικὴ νὰ μεταφέρῃ πίσω στὴν πηγή της
καὶ ἀπὸ κεῖ σ’ ἐσένα πάλι
σάμπως καὶ σ’ ἐκείνη;»
Ὡστόσο τὴν γιαγιά μου ἂν τὸ χέρι μου ὡδηγοῦσε
μέσ’ ἀπὸ πράγματα πολλὰ δὲν θὰ τὰ ἐννοοῦσε·
κι’ ἔτσι σκοντάφτω. Κι’ ἡ βροχὴ στὴν στέγη ἐξακολουθεῖ
μὲ τέτοιον ἦχο θαῤῥεῖς τρυφεροῦ συμπονετικοῦ γέλιου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου