Ποίημα τοῦ Ὄσκαρ Γουάιλντ
Τὴν νηότη μου μ’ ἀπόγνωσης μαχαίρια νὰ καρφώνω,
τούτου τ’ ἀσήμαντου καιροῦ ζωηρὴ λιβρέα νὰ φορῶ,
ν’ ἀφήνω ἀπ’ τὸ ταμεῖο μου νὰ κλέβῃ χέρι ποταπό,
μὲ τὰ μαλλιὰ μιᾶς γυναικὸς ψυχή μου νὰ σ’ ἑνώνω,
κι’ ἁπλῶς νὰ κάμνω τὸν λακέ, τῆς Τύχης, ἱπποκόμο,
ὀμνύω πὼς δὲν τ’ ἀγαπῶ! Τοῦτα πειὸ κάτω θεωρῶ
κι’ ἀπ’ τὸν ἐπὶ τὴν θάλασσα κυματιστὸν ἀρηὸν ἀφρό,
κι’ ἀπ’ τὸν τοῦ θέρους χνουδανθὸ στοῦ ἀγεριοῦ τὸν δρόμο
ποὺ εἶν’ ἄσπορος: Καλύτερα νὰ μείνω ξένο σῶμα,
μακριὰ ’π’ ἀνόητους διαβολεῖς ποὺ μοῦ χλευάζουν τὴν ζωὴ
κι’ ἂς μὴν μὲ ξεύρουν, προτιμῶ τὸ πειὸ ἀχαμνὸ τὸ δῶμα
πρεπὸ γιὰ τὸν πειὸ ἄθλιον χωριάτη νά ’χῃ στρῶμα,
παρὰ ξανὰ μὲς στὴν βραχνὴ σπηληὰ τῆς σύγκρουσης, ποὺ κεῖ
ψυχή μου ἁγνὴ πρωτάγγιξες τῆς ἁμαρτίας τὸ στόμα.
Τρίτη 22 Οκτωβρίου 2024
TÆDIUM VITÆ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου