Ὁ ἀποστάτης
λόγος
ρξα΄
«Ἐπέστη ὁ καιρὸς τῆς αὐτολατρείας
καὶ πᾶσαι αἱ ἄλλαι θρησκεῖαι κατηργήθησαν».
Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης
Ἀπάνω εἰς
μάρμαρα λευκά, ὅπ’ ἀντιφέγγει
ἡ μέρα,
ὁ μέλας ὄφις
χύνεται, γεύεται τὸν ἀέρα.
Ποῦ
στράφτει ὁλόγδυμνο σπαθί; Ποῦ
σύρει ὁ δὲν φοβᾶται;
Ὀρθότριχοι θαυμάζετε, σκυφτοὶ
λοξοθωρᾶτε.
Παραμερίζετε,
περνᾷ, τὴν κεφαλή του ὀρθώνει,
σφυρῶντα,
εἰς τὸ πηγάδι σας τὸ
ὕδωρ φαρμακώνει.
Κι’
ὁ πίνων κύπελλον μεθᾷ, σύγκορμος φλογοκαίγει,
καθρέπτης
ὁ οἶκος τοῦ
θεοῦ ποὺ ὀμόνει καὶ
λατρεύει.
Γκρεμᾷ
ἀπ’ τὸ βάθρον ἡ
Ἀθηνᾶ, συντρίμμια ὁλοῦθε
σπάει,
τῶν
κομματιῶν ἀναμεσὶς
ὁ μέλας ὄφις πάει.
Κόρη
γδυμνὴ τόνε φιλεῖ, στὰ
χέρια τόνε παίρνει,
πατόκορφα
τυλίγει την καί, σφυριχτά, τῆς κρένει:
«Μάννα
τελεσσιδώτειρα κι’ ἄνασσα ὀλεθροπλάστρα,
κάποτε
θὰ κρημνίσωμε καὶ τ’ οὐρανοῦ
τὰ κάστρα».
Τῆς
πόρνης Γνώσεως ἒν ὑγιός, ὁ
γεννηθεὶς στὰ ἔρμα,
σὰν
δέχθη, μὲς στὰ σκέλια της, δρακόντου μαῦρο
σπέρμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου