Δευτέρα 26 Αυγούστου 2019

Παιδικὰ φαναράκια


Παιδικὰ φαναράκια

ΙΙΙ

Μπρατισλάβα – Π.Α.Ο.Κ. 10:00 μ.μ.
    
«Καὶ ἀπὸ ποῦ εἶπες ὅτι εἶστε;»
     «Εἴμαστε μιὰ ὁμάδα παιδιῶν, κύριε, στὸ ψυχιατρεῖο Σταυρούπολης, ἀπὸ Θεσσαλονίκη, καὶ φτειάχνουμε τοῦτα τὰ παιδικὰ φαναράκια».
     «Ἀλήθεια; Κι’ ἐγὼ ἀπὸ Θεσσαλονίκη εἶμαι. Χαριτωμένα φαίνονται, πῶς δουλεύουν;»
     «Εἶναι ἁπλό, κύριε, τὰ πατᾶτε καὶ ἀνάβουν, τὰ ξαναπατᾶτε καὶ σβήνουν».
     «Πόσο κοστίζουν;»
     «Πέντε εὐρώ, κύριε».
     «Μιὰ στιγμὴ νὰ φορέσω τὰ γυαλιά μου, γιατὶ ἀλλιῶς δὲν ξεχωρίζω τὰ κέρματα».
     «Βεβαίως, κύριε, περιμένω, καὶ συγνώμη ἂν σᾶς ἐνώχλησα».
     «Γιατί τὸ λὲς αὐτό;»
     «Γιατὶ ὁ κύριος στὸ μπὰρ μοῦ ἐπέτρεψε νὰ πουλήσω, ἀρκεῖ νὰ μὴν ἐνοχλῶ τὸν κόσμο».
     «Ὄχι, δὲν μ’ ἐνώχλησες, ὁρίστε, δύο καὶ δύο τέσσερα κι’ ἕνα πέντε».
     «Σᾶς εὐχαριστῶ πολύ, κύριε, ποιό θὰ πάρετε;»
     «Γιὰ νὰ δοῦμε… αὐτό».
     «Καλὴ ἐπιλογή, κύριε, εἶναι ὁ McQueen, γειά σας!»
     «Γειά σου, καὶ καλὴ ἐπιτυχία!»
Τὸ κορίτσι μὲ τὶς ξανθὲς πλεξοῦδες, τὰ γυαλιὰ καὶ τὸ καπελλάκι, προχώρησε παρακάτω, πέρα ἀπὸ τὸ μπάρ, πρὸς μία μητέρα μὲ δύο ἀγόρια ὅπου ἔβλεπαν μὲ ἀγωνία τὸ παιχνίδι. Περιεργάστηκαν τὰ φαναράκια ὥραν ἀρκετή, ὑπῆρξε καὶ μιὰ μικρὴ διακοπὴ στὸν ἀγῶνα, καὶ πῆραν ἕνα. Κατόπιν δοκίμασε τὴν τύχη της στὰ μπροστινὰ τραπέζια μὲ τὶς «μπαλαδόφατσες» ἀλλὰ τύχη δὲν εἶχε. Στὸ τραπέζι πλησίον τῆς εἰσόδου κάποιος φάνηκε νὰ τὴν ἀκούῃ πρὸς στιγμήν, ἂν καὶ ὄχι προθύμως. Καὶ ἐνῷ πάλευε νὰ τὸν πείσῃ ὁ Πανθεσσαλονίκειος ἔχασε μία σημαντικὴ εὐκαιρία. Ὅλοι τινάχτηκαν ἀπὸ τὰ τραπέζια καὶ τὸ μπὰρ βλαστημῶντας ἀπογοητευμένοι. Τὸ κορίτσι μὲ τὶς ξανθὲς πλεξοῦδες, τὰ γυαλιὰ καὶ τὸ καπελλάκι, ἔσκυψε τὸ κεφάλι καὶ ἀπεσύρθη σιωπηλὰ ἐν ὀχλοβοῇ. Κι’ εὐθὺς μετὰ τὴν ἔξοδό της ὅλοι ξανακάθισαν, ἐσιώπησαν κι’ ἔσκυψαν τὸ κεφάλι. Ἦταν μία εὐκαιρία πράγματι σημαντική· ἄχαστη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου