Δευτέρα 15 Ιουλίου 2019

In A Garden




















Ποίημα τῆς Αἴμυ Λόουελ

Ἀναβλύζον ἐκ τῶν στομάτων λιθίνων ἀνδρῶν
ὥστε ν’ ἁπλωθῇ ξέγνοιαστα κάτω ἀπ’ τὸν οὐρανὸ
μέσα σὲ γρανιτόχειλες λεκάνες,
ὅπου ἴριδες τσαλαβουτοῦν τὰ πόδια των
καὶ θροΐζουν στὸ πέρασμα τοῦ ἀνέμου,
τὸ νερὸ γεμίζει τὸν κῆπο μὲ τὴν φούρια του,
ἐν μέσῳ τῆς γαλήνης κοντοκομμένων γρασσιδιῶν.

Ὑγρασία μυρίζουν οἱ φτέρες σὲ λίθινες σήραγγες,
ὅπου σταλάζουν καὶ ῥαντίζουν τὰ συντριβάνια,
μαρμαρινὰ συντριβάνια, κιτρινωπὰ ἀπ’ τὸ πολὺ νερό.

Καταβρέχοντας βρυοκηλιδωτὰ σκαλοπάτια
πέφτει, τὸ νερό·
καὶ ὁ ἀέρας νὰ πάλλεται μὲ δαῦτο·
μὲ τὸ κελάρυσμα καὶ τὴν ῥοή του·
μὲ τὸ πηδηχτό, καὶ βαθύ, δροσερὸ μουρμουρητό του.

Καὶ εὐχήθηκα γιὰ νύχτα καὶ γιὰ σένα.
Ἐπιθυμοῦσα νὰ σὲ δῶ μέσα στὴν πισσίνα,
λευκὴ καὶ γυαλιστερὴ μέσα στὸ ἀσημόστικτο νερό.

Ἐνόσῳ τὸ φεγγάρι πήγαινε πάνω ἀπ’ τὸν κῆπο,
ψηλὰ στὴν ἁψῖδα τῆς νύχτας,
καὶ τῶν πασχαλιῶν ἡ εὐώδια ἦταν βαρειὰ μὲ τὴν σιγαλιά.

Νύχτα καὶ τὸ νερό, καὶ σὺ στὴν λευκότητά σου, λουομένη!


Φωτογραφία: Bachrach
"MS Lowell 62 (5), Houghton Library, Harvard University"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου