Δευτέρα 2 Απριλίου 2018

The Disciple



















Πεζὸ ποίημα τοῦ Ὄσκαρ Γουάιλντ

Ὅταν ὁ Νάρκισσος ἀπόθανεν ἡ λιμνοῦλα τῆς εὐφροσύνης του μεταμορφώθη ἀπὸ ποτήριον ὑδάτων γλυκῶν εἰς ποτήριον δακρύων ἁρμυρῶν, καὶ οἱ ὀρειάδες κατέφτασαν θρηνῶντας ἐκ τὸ δασοτόπιν ἵνα τραγουδήσωσιν εἰς τὴν λιμνοῦλα καὶ παρηγορήσωσιν αὐτήν.

Καὶ μόλις ἐννόησαν ὅτ’ ἡ λιμνοῦλα μεταμορφώθη ἀπὸ ποτήριον ὑδάτων γλυκῶν εἰς ποτήριον δακρύων ἁρμυρῶν, ἔλυσαν τὲς πράσινες πλεξοῦδες τῆς κόμης των καὶ ἀναφώνησαν εἰς τὴν λιμνοῦλα καὶ εἶπαν, «Μήτε  ἀποροῦμε ὁποὺ ἔχεις γιὰ πρεπὸ νὰ πενθῇς ἐτσιδὰ τὸν Νάρκισσο, τόσον ἔμμορφος ἦτον».

«Καλέ, ἦτον ἔμμορφος ὁ Νάρκισσος;» εἶπεν ἡ λιμνοῦλα.

«Ποιός δύνεται νὰ ἠξεύρῃ το καλύτερ’ ἀπὸ σένα;» ἀποκρίθησαν οἱ ὀρειάδες. «Ἐμᾶς ἀείποτες ἀγνοοῦσε, παρὰ τοῦ λόγου σου ἐγύρευε , κι’ ἔγερνεν ἀπάνω στὲς ὄχθες σου κι’ ἐθωροῦσε κάτω ἐντός σου, κι’ εἰς τὸν καθρέφτη τῶν νερῶν σου καθρεφτίζετον ἡ δική του ἐμμορφιά».

Καὶ ἡ λιμνοῦλ’ ἀποκρίθη, «Ὅμως ἀγαποῦσα τὸν Νάρκισσον ὅτι, καθὼς ἔγερνεν ἀπάνω στὲς ὄχθες μου κι’ ἐθωροῦσε κάτω ἐντός μου, εἰς τὸν καθρέφτη τῶν ὀμματιῶν του ἔβλεπα πάντα τὴν δική μου ἐμμορφιὰ καθρεφτισμένη».


Φωτογραφία: Napoleon Sarony

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου