Σάββατο 17 Ιουνίου 2017

Δρολάπι


Δρολάπι

ρϞη΄

Στὴν κλίνη κεμαι ναγερτός, εμβάζει ρθ στ τζάμι,
μὲ τ δρολάπι χαίρεται, βλέπει τ’ νεμοβρόχι,
μὲ τ κορμί της χαίρομαι, τ ρωτικ δρολάπι,
κι’ ὥρα πολλν ξω θωρε κι’ σο θωρε θωρ την.
Κείνη θωρεῖ νεροσυρμές, γ αλάκια το κορμιοῦ της,
κείνη τὲς στάλες στ γυαλί, το δρτος γ τς στάλες,
κείνη τὸ δάσος τ κρουστό, γ τν μαλλιν τ δάσος,
κείνη τὸν κόσμο τν γρό, γ τν γρό της κόσμο,
κείνη μυρίζει τὴν βροχ κι’ γ σάρκα γυναίκεια,
γὼ καίγομαι κα τν καλ, βουβ στυλώνει κείνη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου