Εἰς τὴν
ἁρπαγὴν τοῦ λουκάνικου
σοη΄
Τσυρίζει τὸ λουκάνικον, ψένεται εἰς τὸ τηγάνι,
κι’ ὁ κάτης δίχως νὰ καῇ μὲ τέχνην ἥρπαξέν το.
Ὁρμᾷ ἡ κυρὰ μαγείρισσα καὶ μυριοκαταριέται,
μὰ ὡς γοργοκρύφτ’, ἡσκιοστοιχειόν, ἔδωκε τὸ χαλάλι.
«Ν’ ἁρπάχνῃς, κάτη, φύσις σου, ν’ ἀγρεύῃς μαστοριά σου,
κι’ ὅντες ποντίκια μοῦ φελᾷς κι’ ὅντες μεζὲ κακοῦργος;»
»Πανάθεμά σε!» γέλασεν…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου