Δὸς σ’ ἄντρα ἕνα ἄλογο νὰ δύνεται νὰ ἱππεύῃ,
δὸς σ’ ἄντρα ἕνα πλεούμενο νὰ τὸ καλαρμενίζῃ·
τὴν θέσι καὶ τὸν πλοῦτο του, τὴν ῥώμη, τὴν ὑγειά του,
πάνω σὲ γῆν ἢ θάλασσα κεῖνος δὲν θὰ λυγίζῃ.
Δὸς σ’ ἄντρα τὸ τσιμπούκι του νὰ πίνῃ τὸν καπνό του,
δὸς σ’ ἄντρα τὸ βιβλίο του νὰ κάτσῃ νὰ διαβάζῃ:
καὶ μὲ μιὰ γαληνὴ χαρὰ τὸ σπιτικό του λάμπει,
κι’ ἂς γύρωθε ἡ κάμαρη πολὺ φτωχὴ φαντάζῃ.
Δὸς σ’ ἄντρα μία κοπελλιὰ γιὰ νὰ τὴν ἀγαπήσῃ,
ὅπως ἐγώ, ἀγάπη μου, ἐσένα ἀγαπῶ·
καὶ μὲ τῆς Μοίρας τὸν παλμὸ τρανώνει ἡ καρδιά του,
πάνω στὴν γῆ, στὴν θάλασσα, μέσα στὸ σπιτικό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου