Σάββατο 8 Απριλίου 2023

The City


 










Ποίημα τοῦ Χάουαρντ Φίλιπς Λάβκραφτ

Ἦτον χρυσῆ καὶ τρανωμένη
ἐκείν’ ἡ πόλις τοῦ φωτός·
μία εἰκόν’ ἀναρτημένη
μέσα στὰ βένθη τῆς νυκτός·
τόπος ὁμοῦ τοῦ θαυμαστοῦ, τῆς δόξης,
καὶ μαρμαρόλευκος κάθε ναός.

Τὴν ἐποχὴ σύρω ἀπὸ μνήμης
π’ ἀνέτειλε στοὺς ὀφθαλμούς·
τρελὸς καιρὸς παραφροσύνης,
ἡμέρες ποὺ μουδιάζ’ ὁ νοῦς
ὡς ὁ χειμών, λευκόπεπλος, φρικώδης,
προελαύνει μὲ μανίες, παιδεμμούς.

Πειὸ ὡρηὰ κι’ ἀπ’ τὴν Σιὼν λογιόταν
στὰ οὐράνια ὡς ἔφεγγε ψηλά,
τοῦ Ὠρίωνος τὰ βέλη ὅταν
συσκότισάν μου τὴν ματιά,
χύνοντας ὕπνον ὅλο μ’ ἀχνὲς μνῆμες
θολῶν στιγμῶν πό ’χουν παρέλθη πειά.

Μέλαθρα μ’ ἀρχοντιὰ φτειαγμένα
μ’ ἀνάγλυφα νὰ τὰ κοσμοῦν,
κι’ ἦσαν γαλήνια ὑψωμένα
σ’ ἐξῶστες σπάνιους νὰ πατοῦν,
καὶ μυρωδᾶτοι λιόφωτ’ ἦσαν κῆποι
μὲ θαύματα παράξενα ν’ ἀνθοῦν.

Οἱ δρόμοι της μ’ ἐσαγηνέψαν
μὲ θώρι ἐκθαμβωτικό·
ψηλὲς ἁψῖδες μ’ ὡρμηνέψαν
πὼς μιὰ φορὰ κι’ ἕναν καιρὸ
πλανήθηκα ἐν ἐκστάσει κάτωθέ των,
κι’ εἰς κλίμα εὐφράνθην εἰδυλλιακό.

Ἐντὸς τῶν πλατειῶν στημένα
πλῆθος γλυπτὰ ὁμοταγῆ·
ἀρχηγικοί, μὲ πλούσια γένεια,
ἄνδρες σπουδαῖοι μιὰ ἐποχή –
μὰ εἷς ἔστεκε σπασμένος, διαλυμένος,
τσακίστ’ ἡ γενειοφόρος κεφαλή.

Μὲς στὴν λαμπρὴ πόλι γυρνῶντας
δὲν ἔσμειξα ψυχὲς θνητές·
μὰ ἡ φαντασιά μου, ὑποχωρῶντας
μπροστὰ στῆς μνήμης τὶς ἀρχές,  
χάζευε τὶς φιγοῦρες στὶς πλατεῖες,
κι’ ἐθαύμαζε τὶς λίθινες θωριές.

Τὴν ἀχνὴ χόβολη ἐφυσοῦσα
ποὺ ἔκαιγε μὲς στὸ μυαλό,
καὶ νὰ βαδίσω ἐμοχθοῦσα
αἰώνων πίσω τὴν ὁδό·
μὲς στ’ ἄπειρο λεύτερα ν’ ἀλητέψω,
νὰ μπῶ στὸ παρελθὸν δίχως φραγμό.

Φριχτὸ προαίσθημα μ’ ἁρπάζει
τότε μὲς στὴν ψυχὴ γοργόν,
δυσοίωνο πρωὶ ὡς χαράζει
κι’ ἁπλώνει φῶς ἐρυθρωπόν,
κι’ ἐν πανικῷ ἐμάκρυν’ ἀπ’ τὴν γνῶσι
τρόμων λησμονημένων καὶ νεκρῶν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου