Στὸν τελευταῖο
σμθ΄
Ἀνήμερα
ἐθνικῆς γιορτῆς, τὴν εἰκοστὴν ὀγδόη,
λύθη
ὁ δεσμός, ἡ ἅλυσις, κι’ ἡ κόρδα λευτερώθη,
κι’ ἀερόπλευσες,
φωτοσαϊττιά, κι’ ἀγκύρωσες στὰ οὐράνια.
Κουτάβι
σ’ ἐμαζέψαμε, λυκάκι ἔρμο στὴν χλόη,
πολλὰ
σ’ ὠνοματίσαμε, δὲν στέρηωσε κἂν ἕνα,
στῆς
μνήμης τὰ δροσόχειλα τὸ «τελευταῖος» στερηώθη.
Ψυχή
μου ἀνεμοφόρητη, μάτια μου ἡλιοβρεγμένα,
στέκομαι
μπρὸς στὸ χῶμα σου, θανατοσυλλογιέμαι.
Φίλος;
Ὀχτρός; Τέλος; Ἀρχή; Πόρος; Γιατρειά; Ἀῤῥώστια;
Μυριοκαλεῖται
ἀβάφτιστος κι’ ἀνύπαρχτος πάντ’ ἄρχει,
κι’
ὅσο κι’ ἂν πολεμᾷ ὁ νοῦς κατάκαρδα νικιέμαι·
κι’ ἀγύριστος
ὁ μισεμμός, μὰ φυέται ἐλπίδος στάχυ
ὁ
βέβαιός μας πηγαιμός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου